- εὐζώνου
- εὔζωνοςwell-girdledmasc/fem/neut gen sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
ντολαμάς — και ντουλαμάς και δουλαμάς, ο ένδυμα μακρύ και ανοιχτό στο μπροστινό μέρος που δένεται με ζώνη και το οποίο χρησιμεύει ως επανωφόρι τής στολής φουστανελοφόρου και ως επιχιτώνιο ευζώνου. [ΕΤΥΜΟΛ. < τουρκ. dolama. Βλ. και ντολμάν] … Dictionary of Greek
Λιδωρίκης, Μιλτιάδης — (Αθήνα 1871 – 1951). Θεατρικός συγγραφέας. Αρχικά ασχολήθηκε με την πολιτική, διατελώντας διευθυντής της Βουλής και βουλευτής Δωρίδας (1906 10). Υπήρξε ένας από τους ιδρυτές και διευθυντής της Εταιρείας του Ελληνικού Θεάτρου, οι παραστάσεις της… … Dictionary of Greek